Ο ανοιξιάτικος δρόμος μας, έτσι που σκιάζεται από τις
αψίδες των κλαδιών των δένδρων, πανέμορφος, δείχνει να σφύζει από ζωή. Πεταλούδες, μέλισσες, πουλιά λογής, μπαλκόνια ανθισμένα, χαρούμενους Μπαγκλαντές που πάνε πρωί πρωί στη δουλειά τους.. Οι παλιοί κάτοικοι της γειτονιάς, αραιώνουμε. Οι πρώτοι έφυγαν με το σεισμό του 81, οι επόμενοι μετακόμισαν σε ποιο "in" προάστια και πολλοί μεγάλωσαν και άρχισαν οι απουσίες.
Το κολλημένο στο δένδρο της απέναντι πολυκατοικίας,
αγγελτήριο , μιας ακόμα απουσίας, ίσως το περίμενα. Λίγο πριν το Πάσχα, ο άνδρας μου έλαβε ένα ασυνήθιστο τηλεφώνημα από το διαχειριστή της αντικρινής πολυκατοικίας. Μια
κυρία που τελευταία ζούσε μόνη της, όταν πέθανε ο γιατρός, ο άνδρας της και η κόρη της βρήκε δουλειά στις Βρυξέλλες, έπεσε και έσπασε το πόδι της.
Είχε το κουράγιο να συρθεί ως το τηλέφωνο και να πάρει το γνωστό της διαχειριστή στο κινητό του. Εκείνος
έλειπε εκτός Αθηνών, οι συγκάτοικοι που θα μπορούσε να κινητοποιήσει να τη βοηθήσουν, επίσης έλλειπαν και τότε αυτός, σκέφθηκε τους γείτονες, τον απέναντι διαχειριστή, τον άνδρα μου δηλαδή.
Ήταν στα νιάτα της μια
εντυπωσιακή κυρία, όχι όμορφη αλλά πάντα καλοντυμένη, με τα ασορτί της καπελάκια και δυναμική. Όταν εκείνη ήταν διαχειρίστρια για ένα διάστημα, έκανε την παρουσία της
αισθητή στη γειτονιά, κινητοποιώντας υπηρεσίες του Δήμου πότε να μετακινήσουν τους σκουπιδοτενεκέδες, πότε να σφραγίσουν τις πόρτες έρημου διπλανού νεοκλασικού, ώστε να μην μπαίνουν ύποπτοι άστεγοι, πότε για τα φώτα του δρόμου. Όταν έμεινε
μόνη και έφυγε και η μοναχοκόρη της να εργαστεί έξω,
οργάνωσε τη ζωή της, τις παρέες της τα ψώνια της, την κοπέλα που ερχόταν μια φορά την εβδομάδα να της καθαρίζει τα τσάγια της, τις κινητοποιήσεις της!
Έτσι τη γνώρισα από κοντά και εγώ, όταν μας χτύπησε την πόρτα για κάποιες υπογραφές κινητοποιήσεως. Μου μίλησε για τους γονείς μου που τους γνώριζε, είχαν ιδιαίτερες φιλίες με τη μάνα μου,
μιλώντας ακόμα από τα μπαλκόνια τους. Θυμόταν και
εμένα έφηβη με τα συμπράγκαλα του σχεδίου να πηγαίνω για μάθημα, φοιτήτρια, νιόπαντρη. Με εντυπωσίασε. Μιλούσε ζωηρά, αποφασιστικά, με σωστά ελληνικά που κατέδειχναν παιδεία. Θυμήθηκα και εγώ
την κόρη της, μια που μου φαινόταν "ψηλομύτα", που πήγαινε στην Ιταλική Σχολή. Ίσως απλά ήταν η άμυνα του μοναδικού πρώτου παιδιού. Με γοήτευσε θα έλεγα. Την έβλεπα να κοιτάζει από το μπαλκόνι της, πάντα τηλεφωνώντας, την κίνηση του δρόμου.
Ο άνδρας μου κάλεσε την αστυνομία και κλειδαρά να παραβιαστεί η εξώπορτα και εντωμεταξύ έφθασαν και κάποια ανίψια της, ειδοποιημένα από την ίδια. Η κυρία,
αξιοπρεπής στην κατάστασή της, γιατί μέχρι να φθάσει ασθενοφόρο, δεν την μετακίνησαν,
είχε έννοια, γιατί είχε φαγητό στο μάτι της κουζίνας, γιατί έπρεπε να πάρει κάποια ρούχα μαζί της. Είχε όμως και την ψυχραιμία να τους καθοδηγεί για την επιλογή κλινικής και γιατρού, αλλά και
απόλυτη ανάγκη να της κρατούν το χέρι. Αρπάχτηκε με ευγνωμοσύνη από το χέρι του άνδρα μου και δεν τον άφηνε, μέχρι που την πήραν με το φορείο. Θυμήθηκα τον πατέρα μου, που έφυγε μετά από πέσιμο, επειδή κανείς δεν πήρε σοβαρά, ότι ίσως οφειλόταν στο καρδιολογικό του πρόβλημα, που θα λυνόταν απλά, με έναν βηματοδότη. Σκέφθηκα όλους τους μονάχους μονάχους, που η ζωή τα έφερε έτσι και τους έλλειψε η οικογένεια, η στοργή. Όλους εμάς που ζούμε στις απρόσωπες γειτονιές μας, στην αχάριστη πόλη μας, έτσι όπως τη φτιάξαμε.
Θυμήθηκα άλλη μια εξαιρετική συγκάτοικο, επιστήμονα, λογοτέχνιδα, με ενδιαφέρουσα ιστορία, αλλά για αυτή, σε άλλο σημείωμα.
Έτσι λοιπόν, κατηφορίζοντας στον ανοιξιάτικο δρόμο μας, περίμενα τι θα διαβάσω στο κολλημένο αγγελτήριο. Μόνο που...
Η κηδεία της κυρίας, έγινε
χθες...
Σημείωση εκτός κειμένου: Έπεσε στην
αντίληψή μου και η προσπάθεια κινητοποίησης εκ μέρους των bloggers. Ίσως πρέπει όλοι να ενδιαφερθούμε.